Τα Κοινά Επίπεδα Αναφοράς

Στην πράξη φαίνεται πως υπάρχει μια ευρεία, αν και σε καμία περίπτωση καθολική, συναίνεση ως προς τον αριθμό και τη φύση των επιπέδων που είναι κατάλληλα για την οργάνωση της γλωσσικής εκμάθησης και τη δημόσια αναγνώριση της επίδοσης. Φαίνεται πως ένα γενικό πλαίσιο έξι ευρέων επιπέδων προσφέρει ικανοποιητική κάλυψη του μαθησιακού χώρου που αφορά μαθητές ευρωπαϊκών γλωσσών για αυτούς τους σκοπούς

Η πιστοποίηση λοιπόν της γνώσης της ξένης γλώσσας γίνεται σε έξι (6) επίπεδα όπως έχουν προσδιορισθεί με βάση την κλίμακα επιπέδων της γλωσσομάθειας του Συμβουλίου της Ευρώπης και όπως αυτά περιγράφονται στο Κοινό Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Αναφοράς για τις γλώσσες (CEFR) .

Στην παρούσα χρονική στιγμή πιστοποιούνται τα ακόλουθα επίπεδα:

ΕΠΙΠΕΔΟ Α1  (Βασικός Χρήστης : «Στοιχειώδης γνώση της ξένης γλώσσας»

  •  Breakthrough, που αντιστοιχεί σε αυτό που ο Wilkins ονόμασε ‘Formulaic
    Proficiency’
    («επάρκεια τυποποιημένων γνώσεων») στην πρόταση που παρουσίασε το 1978 και που ο Trim αποκάλεσε ‘Introductory’ («εισαγωγικό»)

 Μπορεί να κατανοήσει και να χρησιμοποιήσει καθημερινές εκφράσεις που του είναι οικείες και πολύ βασικές φράσεις που έχουν στόχο την ικανοποίηση συγκεκριμένων αναγκών. Μπορεί να συστηθεί και να συστήσει άλλους και μπορεί να ρωτήσει και να απαντήσει ερωτήσεις που αφορούν προσωπικά στοιχεία, όπως το πού μένει, τα άτομα που γνωρίζει και τα πράγματα που κατέχει. Μπορεί να συνδιαλλαγεί με απλό τρόπο υπό την προϋπόθεση ότι ο συνομιλητής του μιλάει αργά και καθαρά και είναι διατεθειμένος να βοηθήσει.

ΕΠΙΠΕΔΟ Α2  (Βασικός Χρήστης : «Βασική γνώση της ξένης γλώσσας»

  •  Waystage, με βάση τις αντίστοιχες προδιαγραφές περιεχομένου του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Μπορεί να κατανοήσει προτάσεις και εκφράσεις που χρησιμοποιούνται συχνά και που σχετίζονται με περιοχές που είναι άμεσα συναφείς (π.χ. πολύ βασικές ατομικές και οικογενειακές πληροφορίες, αγορές, τοπική γεωγραφία, εργασία). Μπορεί να επικοινωνήσει σε απλά και συνηθισμένα καθήκοντα που απαιτούν απλή και απευθείας ανταλλαγή πληροφοριών για θέματα που του είναι οικεία και για θέματα ρουτίνας. Μπορεί να περιγράψει με απλά λόγια πτυχές του ιστορικού του, του άμεσου περιβάλλοντός του καθώς και θέματα άμεσης ανάγκης.

ΕΠΙΠΕΔΟ Β1  (Ανεξάρτητος Χρήστης :  «Μέτρια γνώση της ξένης γλώσσας»

  • Threshold, με βάση τις αντίστοιχες προδιαγραφές περιεχομένου του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Μπορεί να κατανοήσει τα κύρια σημεία που του παρουσιάζονται με σαφήνεια και χωρίς αποκλίσεις από τον κοινό γλωσσικό τύπο και που αφορούν θέματα που συναντώνται τακτικά στη δουλειά, στο σχολείο, στον ελεύθερο χρόνο, κτλ. Μπορεί να χειριστεί καταστάσεις που είναι πιθανό να προκύψουν στη διάρκεια ενός ταξιδιού σε μια περιοχή όπου ομιλείται η γλώσσα. Μπορεί να παραγάγει απλό κείμενο σχετικό με θέματα που γνωρίζει ή που τον αφορούν προσωπικά. Μπορεί να περιγράψει εμπειρίες και γεγονότα, όνειρα, ελπίδες και φιλοδοξίες και να δώσει συνοπτικά λόγους και εξηγήσεις για τις γνώμες και τα σχέδιά του.

ΕΠΙΠΕΔΟ Β2   (Ανεξάρτητος Χρήστης :     «Καλή γνώση της ξένης γλώσσας»

  • Vantage, με βάση το τρίτο επίπεδο προδιαγραφών περιεχομένου του Συμβουλίου της Ευρώπης, ένα επίπεδο που ο Wilkins το περιέγραψε ως ‘Limited Operational Proficiency’ («περιορισμένη διαχειριστική επάρκεια») και ο Trim ως ‘adequate response to situations normally encountered’ («επαρκή ανταπόκριση σε συνηθισμένες καταστάσεις»).

Μπορεί να κατανοήσει τις κύριες ιδέες ενός σύνθετου κειμένου, τόσο για συγκεκριμένα, όσο και για αφηρημένα θέματα, συμπεριλαμβανομένων συζητήσεων πάνω σε τεχνικά ζητήματα της ειδικότητάς του. Μπορεί να συνδιαλλαγεί με κάποια άνεση και αυθορμητισμό που καθιστούν δυνατή τη συνήθη επικοινωνία με φυσικούς ομιλητές της γλώσσας χωρίς επιβάρυνση για κανένα από τα δύο μέρη. Μπορεί να παραγάγει σαφές, λεπτομερές κείμενο για ένα ευρύ φάσμα θεμάτων και να εξηγήσει μια άποψη πάνω σε ένα κεντρικό ζήτημα, δίνοντας τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των διαφόρων επιλογών.

ΕΠΙΠΕΔΟ Γ1 (C1)  (Ικανός Χρήστης : «Πολύ καλή γνώση της ξένης γλώσσας»

  • Effective Operational Proficiency, που ονομάστηκε ‘Effective Proficiency’ («αποτελεσματική επάρκεια») από τον Trim, ‘Adequate Operational Proficiency’ («επαρκής διαχειριστική επάρκεια») από τον Wilkins, και αντιπροσωπεύει ένα προχωρημένο επίπεδο ικανότητας, κατάλληλο για πιο πολύπλοκα καθήκοντα εργασίας και μελέτης.

Μπορεί να κατανοήσει ένα ευρύ φάσμα απαιτητικών, μακρoσκελών κειμένων και να αναγνωρίσει σημασίες που υπονοούνται. Μπορεί να εκφραστεί άνετα και αυθόρμητα χωρίς να φαίνεται συχνά πως αναζητά εκφράσεις. Μπορεί να χρησιμοποιεί τη γλώσσα ευέλικτα και αποτελεσματικά για κοινωνικούς, ακαδημαϊκούς και επαγγελματικούς σκοπούς. Μπορεί να παραγάγει σαφή, καλά διαρθρωμένα, λεπτομερή κείμενα για σύνθετα θέματα, επιδεικνύοντας ελεγχόμενη χρήση οργανωτικών σχημάτων, συνδετικών στοιχείων και μηχανισμών συνοχής.

ΕΠΙΠΕΔΟ Γ2 (C2)   (Ικανός Χρήστης :  «Άριστη γνώση της ξένης γλώσσας»

  • Mastery (Trim: ‘Comprehensive Mastery’ («ολοκληρωμένη τέλεια γνώση»), Wilkins: ‘Comprehensive Operational Proficiency’ («ολοκληρωμένη διαχειριστική ικανότητα»), αντιστοιχεί στον ανώτατο εξεταστικό στόχο του συστήματος που υιοθετήθηκε από την ALTE (Association of Language Testers in Europe). Θα μπορούσε να επεκταθεί για να συμπεριλάβει την πιο αναπτυγμένη διαπολιτισμική ικανότητα που ξεπερνά το επίπεδο εκείνο που επιτυγχάνεται από πολλούς επαγγελματίες της γλώσσας.

Μπορεί να κατανοήσει με ευκολία σχεδόν όλα όσα ακούει ή διαβάζει. Μπορεί να κάνει περιλήψεις με βάση πληροφορίες που προέρχονται από διαφορετικές προφορικές ή γραπτές πηγές, ανασυνθέτοντας επιχειρήματα και περιγραφές σε μια συνεκτική παρουσίαση. Μπορεί να εκφραστεί αυθόρμητα, με μεγάλη άνεση και ακρίβεια, διαχωρίζοντας λεπτές σημασιολογικές αποχρώσεις ακόμα και σε ιδιαίτερα σύνθετες περιστάσεις.